Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Κλασσικά Εικονογραφημένα · Νο. 1011 · Ο Μέγας Αλέξανδρος








Κλασσικά Εικονογραφημένα · Νο. 1011 · Ο Μέγας Αλέξανδρος

 

 




Life 27:11:1944 Δίστομο








Το αφιέρωμα του περιοδικού Life με ημερομηνία 27 Νοεμβρίου 1944 στη σφαγή του Διστόμου. 

 

10 Ιουνίου 1994 - Η Σφαγή στο Δίστομο από τις Γερμανικές ορδές

Για τη σφαγή του Διστόμου γράφτηκαν αρκετά βιβλία και θα γραφτούν ακόμα πολλά. Η προσέγγισή μας θα ήταν ελλειπής αν στηριζόταν αποκλειστικά σε κάποιο ή σε κάποια από αυτά. Προτιμήσαμε την αφηγηματική, παραστατική και συνάμα βασισμένη στα κεντρικά γεγονότα,  προσέγγιση του παρακάτω υλικού που είναι αποσπάσματα από το κείμενο που συνέγραψε ο Διστομίτης Στάθης Σταθάς, με την ευκαιρία κυκλοφορίας τριπτύχου για τα πενηντάχρονα της σφαγής του Διστόμου, το 1994.

"...Στις 10 Ιουνίου 1944 ο τόπος μας γνώρισε μία από τις αγριότερες σφαγές που έγιναν ποτέ στον κοσμο. Διακόσιοι δεκαοκτώ συμπολίτες μας θανατώθηκαν απο τους Ναζί του Χίτλερ χωρίς να μάθουν ποτέ το γιατί.
 Ανάμεσα σ'αυτούς ανήμποροι γέροι, έγκυες γυναίκες, αβάπτιστα μωρά πρόσφεραν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας, την ειρήνη, τον πολιτισμό. "



ΙΣΤΟΡΙΚΟ - Σάββατο 10 Ιουνίου 1944.

Τα νέα από το μέτωπο ήταν καλά.
Ξημέρωνε μια ακόμα μέρα εργασίας και ελπίδας. Η μέρα της λευτεριάς και της ειρήνης κοντοζύγωνε. Τέσσερις μέρες πρίν, στις 6 Ιουνίου, οι σύμμαχοι είχαν αποβιβαστεί στη Νορμανδία. Οι Γερμανοί κατακτητές βλέπονιας να φτάνει το τέλος της αυτοκρατορίας τους καταλαμβάνονται από αμόκ καταστροφής. Βγάζουν διαταγές γενοκτονίας.

"Ένας Γερμανός σκοτωμένος - πενήντα Ελληνες, δέκα Γερμανοί - ένα χωριό"

Ήθελαν να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους ώστε να πάψουν να ενισχύουν τις οργανωμένες ανταρτικές ομάδες που δρούσαν στην περιοχή.Έτσι στα πλαίσια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων εκείνο το φοβερό πρωϊνό μια φάλαγγα επτά αυτοκινήτων με γερμανούς στρατιώτες (*2ος λόχος του 2ου τάγματος του 7ου Συντάγματος της 1ης Μεραρχίας των Ες - Ες με έδρα την Λιβαδειά), ξεκίνησε από τη Λιβαδειά με κατεύθυνση προς το Δίστομο. Από αυτά τα δύο πρώτα που προπορεύονταν αρκετά, ήταν Ελληνικά επιταγμένα, γεμάτα με Γερμανούς στρατιώτες ντυμένους μαυραγορίτες. Αυτοί θα πρωτοκτυπούσαν τους αντάρτες που ανύποπτοι θα πλησίαζαν τα αυτοκίνητα και θα ενισχύονταν από τη δύναμη που θα ακολουθούσε.

Από τον Καρακόλιθο και μετά σκορπούν το θάνατο. Σκοτώνουν πέντε και συλλαμβάνουν σαν ομήρους δώδεκα αγρότες ενώ θέριζαν.

Στη διασταύρωση Διστόμου - Αράχωβας συναντιούνται με άλλα 60 αυτοκίνητα γεμάτα Γερμανους στρατιώτες που έρχονταν από την Άμφισσα με κατεύθυνση προς το Δίστομο.
Μπαίνουν στο Δίστομο. Οι κάτοικοι είναι ανυποψίαστοι. Βλέποντας όμως τους ομήρους ανησυχούν. Η φάλαγγα ήταν πρωτόφαντα μεγάλη. O επικεφαλής καλεί τον Πρόεδρο και τον παπά τον χωριού από τους οποίους ζητά πληροφορίες για τις κινήσεις των ανταρτών στην περιοχή. Μη μπορώντας να μάθουν, αφού τοποθέτησαν στα υψώματα γύρω απο το χωριό φυλάκια για τον έλεγχο και εκφοβισμό, επιδίδονται σε λεηλασίες.


Το μεσημέρι τα δύο επιταγμένα Ελληνικά αυτοκίνητα με τους μεταμφιεσμένους Γερμανούς
στρατιώτες κατευθύνθηκαν προς τον 'Οσιο Λουκά. Λίγο πριν απο το χωριό Στείρι δέχθηκαν επίθεση από τμήμα ανταρτών του ΕΛΑΣ (11ος λόχος του 3ου τάγματος, του 34ου συντάγματος), που είχε στήσει ενέδρα. Η μάχη ήταν σκληρή και κράτησε δύο ώρες περίπου. Το αντάρτικο τμήμα υποχώρησε μπροστά στον όγκο των Γερμανικών δυνάμεων που μόλις άκουσε πυροβολισμούς έφτασε στο Δίστομο. Οι απώλειες όμως των Γερμανών ήταν μεγάλες. Απο τα δύο πρώτα αυτοκίνητα σώθηκαν ένας στρατιώτης και ένας οδηγός. Σκοτώθηκαν 40 Γερμανοί. στρατιώτες περίπου. Ο επικεφαλής αξιωματικός Τεο *, τραυματίζεται βαριά και λίγο αργότερα στο Δίστομο ξεψυχά.
'Υστερα απο τη συμπλοκή η Γερμανική φάλαγγα επέστρεψε στο Δίστομο. Αμέσως εκτελεί τους 12 ομήρους μπροστά στο Δημoτικό Σχολείο.(φωτο δεξιά) 

 
Κι εδώ αρχίζει η τραγωδία του Διστόμου. Οι κάτοικοι, όσοι δεν κατάφεραν να διαφύγουν νωρίτερα από το Διάσκελο, τη μόνη αφύλακτη διάβαση, κλείνονται έντρομοι στα σπίτια τους.Τους έρημους δρόμους του χωριου διατρέχουν εξαγριωμένοι στρατιώτες με εφ' όπλου λόγχη. Μπαίνουν στα σπίτια, σκοτώνουν, καίνε, σφάζουν και βιάζουν. Γυναίκες, άνδρες, παιδιά, γέροι, γριές ακόμα και βρέφη λίγων ημερών πέρασαν από τον ίδιο τρομακτικό Γολγοθά. Απαίσιοι ακούγονται οι θρήνοι και οι οιμωγές αυτών που ξεψυχουν. Νέοι Ηρώδεις οι εκπολιτιστές του Χίτλερ μακελεύουν τα παιδάκια του Διστόμου.

Ο Σπαραγμός της μάνας και συζύγου 
Τραγικά απομεινάρια στους δρόμους










Ανάπαυση των δολοφόνων μετά το μακελειό




Τα παιδιά της, κρυμμένα στο βαρέλι, ανακαλύπτονται και γαζώνονται. Η μάνα, τρελλή από τον πόνο, περνά ώρες θρηνώντας απάνω στο τρύπιο από τις σφαίρες βαρέλι. 
Στο Δίστομο έγιναν αυτά. Θα γίνονταν κι άλλα. Μα ήρθε η νύχτα και οι δολοφόνοι φοβήθηκαν και έφυγαν. Τώρα στο χωριό απλώνεται η γαλήνη του Νεκροταφείου για πολλή ώρα.Μα σιγά - σιγά ξύπνησε το Δίστομο. Και τότε ακούστηκαν οι θρήνοι των παιδιών που έρημα κλαίγαν τους γονείς τους και οι γόοι των γερόντων. Ακούγονταν ακόμη και κάποια παράξενα γέλια και τραγούδια αυτών που παρεφρόνησαν, μπροστά στη φρίκη που έζησαν.
Μέσα στη νύχτα μικρά παιδιά πήραν τους σκοτεινούς δρόμους προσπαθώντας να φτάσουν στα κοντινά χωριά. 'Ενα καραβάνι παιδιών που γύρευε ένα ανθρώπινο χέρι για να σκουπίσει τα δάκρυα από τα μουτράκια τους και να δώσει απάντηση στο ερωτηματικό: Γιατί τους σκότωσαν;"
Από το βιβλίο του Γιάννη Μπασδέκη "ΔΙΣΤΟΜΟ" μεταφέρουμε εν συντομία τις κάτωθι πληροφορίες. 

"Οι βιαιότητες συνεχίστηκαν τις επόμενες ημέρες με ιδιαίτερη αγριότητα όπου οι Χιτλερικοί πλιατσικολόγησαν ότι είχε απομείνει όρθιο. Στις 26 Ιουνίου επανέρχονται με αποκορύφωμα τον ομαδικό βιασμό μιάς 50χρονης τυφλής και πνευματικά ανάπηρης γυναίκας αφού την χτυπούν στο πρόσωπο με τον υποκόπανο σπάζοντάς της τα δόντια και αναίσθητη όπως είναι, ξεσπούν επάνω της, το βρώμικο σαρκικό πάθος τους". 

Ο Στάθης Σταθάς συνεχίζει.
"Η σφαγή του Διστόμου ήταν ένα έγκλημα απά αυτά που ανεβάζουν τα θύματα στην τιμητική θέση των μαρτύρων και τους θύτες στην αιώνια καταφρονία.

"Αποτελεί κατάπτυστο γεγονός για τον πολιτισμό εκείνων που φιλοδόξησαν να κυβερνήσουν τον κόσμο και που κατέδειξε ότι ο μέχρι σήμερα πολιτισμός καμμιά εν γένει επίδραση δεν είχε στις εγκληματικές ψυχές τους" (Νυρεμβέργη).

Μετά τον πόλεμο και την ήττα των Γερμανών ο Διοικητής των Γερμανικών δυνάμεων που διέπραξαν το πανανθρώπινο έγκλημα του ΔιστόμουΧάνς Ζάμπελ * συνελήφθη στο Παρίσι και εκδόθηκε από τις Γαλλικές αρχές στην Ελλάδα, ενώ όμως ήταν προφυλακισμένος και επρόκειτο να προσαχθεί σε δίκη ζητήθηκε απο την Κυβέρνηση της τοτε Δ. Γερμανίας και εστάλη σ' αυτή, όπου σύμφωνα με πληροφορίες παραμένει σήμερα ελεύθερος." ΔΙΣΤΟΜΟ 1994 
Η φωτογραφία που έκανε το γύρο του κόσμου,
όταν δημοσιεύτηκε στο αμερικάνικο περιοδικό LIFE, αρ. τ. 10 στις 27-11-1944

 











*Η διερεύνηση και ο εμπλουτισμός των γεγονότων και των στοιχείων της σφαγής είναι υπόθεση της παγκόσμιας κοινότητας και του κάθε ελεύθερα σκεπτόμενου πολίτη. Ήδη διάφοροι ερευνητές και ιδιαίτερα Γερμανοί, όπως ο ιστορικός Ντίτερ Μπέγκεμαν, Dieter Begemann, κυκλοφορούν νέα στοιχεία για την σφαγή του Διστόμου. 
Σύμφωνα με αυτά, η μονάδα που ανέλαβε την απάνθρωπη αυτή επιχείρηση ήταν η 4η Μεραρχία Τεθωρακισμένων(PANZER) Γρεναδιέρων της Αστυνομίας των S.S. O Tεό που αναφέρεται ως αξιωματικός, πιθανότατα ήταν ο διερμηνέας τους και διερευνάται και η Ελληνική καταγωγή του. 
Στο βιβλίο που αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα, αναφέρεται ότι ο άνθρωπος που έδωσε τη διαταγή για την εκτέλεση των συμπατριωτών μας, ήταν ο εικονιζόμενος Φριτς Λάουτενμπαχ που τον παρουσιάζουμε σε παγκόσμια αποκλειστικότητα, καθώς η είδηση αυτή ήρθε πρόσφατα στην κατοχή μας. 
Αναμένουμε επιβεβαιώσεις και σχόλια.

Επιβεβαίωση από αρθρογράφο Δέσποινα Κωνσταντινάκου του ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ της  29/1/2003 
Παράλληλα παραπέμπουμε σε βιβλία που εκδόθηκαν με βάση τα γεγονότα του Διστόμου.
  1. Η σφαγή του Διστόμου - Τάκης Λάππας - Έκδοση Δήμου Διστόμου 1944
  2. Η σφαγή του Διστόμου - Γεώργιος Δ. Νικολάου Έκδοση ΑΜΦΙΣΣΑ 1978
     

  3. Δίστομο - Γιάννης Μπασδέκης - Έκδοση Αρχέτυπο 1994
     

  4. Αναμνήσεις & Μαρτυρίες πενηντάχρονες ή άχρονες - Καίτη Μανωλοπούλου - έκδοση Δήμου Διστόμου - 1994
     

  5. Να ζεστάνουμε τις πέτρες στις πλαγιές του Διστόμου - Καίτη Μανωλοπούλου - Εκδόσεις Βεργίνα -Χορηγία Δήμου Διστόμου - 2004 (Λαογραφικό - Ειδικό κεφάλαιο Μαρτυριών Σφαγής )
Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το ειδικό αφιέρωμα του περιοδικού "ΕΜΒΟΛΙΜΟΝ" τεύχος 21-22, Ιούνιος 1995 - Άσπρα Σπίτια

Πηγές: http://www.distomo.gr

Ο Μέγας Αλέξανδρος και η αδελφή του η Γοργόνα


Στους περαζόμενους καιρούς, που οι Έλληνες ορίζαν, όταν ο βασιλιάς Aλέξανδρος, εκυρίευσε τον κόσμο, εκάλεσε τους δημογέρωντες κι ερώτησε :
 
- Πώς να ζήσω πολλά χρόνια, να είμαι πάντα νέος ; Έχω τόσα πολλά ακόμα να κάμνω σ΄αυτόν τον Πάνω Κόσμο !
 
- Υπάρχει o τρόπος, αλλά είναι δυσκολότατος, του λέγουν αυτοί.
 
- Και ποιός είναι αυτός ο τρόπος ; Θέλω να τον ξεύρω.
 
- Είναι να πάγεις, να φέρεις και να πιείς το Αθάνατο Νερό.
 
- Kαι πού εμπορώ να βρω αυτό το Αθάνατο Νερό, να τo πιώ ;
 
- Στην Άκρη του Κόσμου, πέρα απ΄τα Δυό Βουνά, που διαρκώς ανοιγοκλείνουν, τόσο γλήγορα πού ο ταχύτερος σταυραετός δεν προφθαίνει να περάσει. Πολλά από τα καλύτερα βασιλόπαιδα προσεπάθησαν να περάσουν να φθάσουν στ΄Αθάνατο αυτό Νερό. Κανένα δεν το κατάφερε. Τα έφαγαν τα Δυό Βουνά. Την ζωή τους, που την ήθελαν αιωνία, την έχασαν γιά πάντα. Αλλά, και να καταφέρεις και περάσεις, πολυχρονεμένε μας βασιλιά, αυτά τα τρομερά τα Δυό Βουνά, και άλλος κίνδυνος σε περιμένει. Μπρός σου, θα΄βρείς τον Μεγάλο Δράκο, φύλακας της πηγής με το Αθάνατο Νερό. Έχει εκατό μάτια ολόγυρα στο κεφάλι του, και μέρα νύχτα, ποτέ δεν κοιμάται. Όταν κλείνει τα πενήντα τα μισά του τα μάτια, τα άλλα του τα πενήντα μένουν ανοιχτά να παραμονεύουν. Πρέπει να τον σκοτώσεις γιά να πάρεις το Αθάνατο Νέρο. Έως τώρα κανείς δεν το κατόρθωσε...
 
Όταν τα ήκουσε ο Aλέξανδρος, προσέταξε να σελώσουν το αγαπημένο του το άλογο, τον Βουκέφαλο, από όλα καλύτερο και γληγορότερο, πιό γληγορο ακόμα κι από τον σταυραετό, ή κι από την αστραπή. Πείρε το τετραπίθαμό σπαθί, το τρεις οργυές κοντάρι.
Και έφιππος λοιπόν, δρόμο πέρνει δρόμο αφήνει, και φθάνει στην Άκρη του Κόσμου, κει που συνδυό δεν περπατούν, συντρείς δεν κουβεντιάζουν, στα Δυό Βουνά που του΄παν οι δημογέροντες. Στέκεται ο Αλέξανδρος, τα βλέπει που αδιάκοπα, σαν να μασούν ανοιγοκλείνουν, και τόσο γλήγορα που μήτε γεράκι δεν πορεί να περάσει χωρίς να τ΄αρπάξουν.
 
Ο Αλέξανδρος όμως, το γενναίο παλληκάρι, δεν εφοβήθηκε. δίνει μια καμτζικιά του Βουκεφάλου του, και σαν την αστραπήν επέρασαν, χωρίς να τους φάγουν τα δυό Βουνά κι εβγήκαν ζωντανοί. Μόνο, τρείς τρίχες της ουράς του αλόγου επιάσθηκαν...
Ο λεβέντης βασιλιάς αντίκρησε τον φοβερόν δράκοντα με τα εκατό μάτια, τα μισά με κλειστα τα βλέφαρα. Τραβάει το τετραπίθαμο σπαθί, ορμάει και τον σκότωνει, πριν ακόμα καταλάβει ο δράκος τι του γινόταναι, και έπεσε νεκρός στον τόπο.
Και έτσι έφθασε στην πηγή με τ΄Αθάνατο Νερό ο Αλέξανδρος... Εγέμισε τo χρυσό του το παγούρι, επότισε το άλογό του, και το καλό το παλληκάρι πήρε άλλο μονοπάτι, τον δρόμο της επιστροφής. Στον γυρισμό τα &υό Βουνά ήτον ανοιχτά και γιά πάντα πιά ακίνητα.
 
Όταν έφθασε στο παλάτι του ο Αλέξανδρος εξέχασε να πει στην αδελφή του τι είχε στο χρυσό παγούρι. Και να που μιά μέρα η αδελφή του πέρνει το χρυσό παγούρι, να το καθαρίσει και να το υαλίσει και χύνει το Αθάνατο Νερό στο περιβόλι ... Tο Αθάνατο Νερό επότισε μιαν αγριοκρομμυδιά που, από τότε, ποτέ δεν εμαράθηκε. Όταν έμαθε η βασιλοπούλα τι ζημιά και τι κακό έκανε, απελπίσθηκε, κι έμηνε απαρηγόρητη.
 
- Θεέ μου! λέγει, πως να πιστεύσω που μια μέρα θα πεθάνει και ο αγαπημένος μου ο αδελφός, και που εγώ θα φταίω
; Με πρέπει όταν πεθάνει ο Αλέξανδρος, να μπορέσω να τον ξαναφέρω στο φως του Επάνω Κόσμου.
 
Και από τότε, η αδελφή του βασιλιά έγινε ψάρι από τον ομφαλό ως τα πόδια της. Έπεσε γυναικόψαρο στην θάλασσα και εκεί ζει από τότε ως σήμερα. Είναι η Γοργόνα.Την πανσέλλινο, στα πλοία της ανατολής, στης δύσης τα καράβια, την βλέπουνε και την ακούν, οι ναύτες και
ψαράδες ! Η Γοργόνα η βασιλοπούλα διαρκώς γοργογυρίζει όλες τες αρμυρές θάλασσες. Και όταν συναντήσει καράβι, πάγει κοντά του, και του ρωτά με την γλυκειά της την φωνή, σαν να τραγουδάει : 

Εσύ με τά λευκα πανιά, πελαγίσιο ταξιδιώτη,
γιά λέγε με, να σε χαρώ, αν ζει ο αδελφός μου.
Ζει ο βασιλιάς Aλέξανδρος ;

Aλίμονο στον καραβοκύρη, στον ναύκληρο, στους ναύτες, άμα πει κανείς που απέθανε ο βασιλιάς Αλέξανδρος.
Τότε η Γοργόνα, από μεγάλη θλίψι και τρομερή οργή, αναταράζει τα ύδατα, σηκώνει τα κύματα ως τα σύννεφα, φυσάει σαν θρακιάς, ξεσχίζει τα πανιά, σπάει τα κουπιά. Γεμίζει η θάλασσα παλληκάρια, και σε φοβερή τρικυμία βουλιάζει και χάνεται το πλοίο...
 
Εάν όμως ο καραβοκύρης ξεύρει τι πρέπει να πει γιά να σωθούν όλοι τους, απαντήσει στην ωραία Γοργόνα : 
Zει ο βασιλιάς Aλέξανδρος, ζει και βασιλεύει,
και τον κόσμο κυριεύει !

Tότε, η ωραία Γοργόνα χαίρεται, λύνει την κόμη της, απλώνει τα χέρια της σαν αγκαλιά και προστατεύει το πλοίο, κάμνει την θάλασσα γάλα και σαν αμέτρητο χαμόγελο τα κύματα. Ο καραβοκύρης και οι ναύτες ακούουν τότε την Γοργόνα, να τραγουδάει έτσι που φεύγει : 
Zει ο βασιλιάς Aλέξανδρος, ζει ο αδελφός μου,
ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει!

[Απ΄τα παραδοσιακά μας, για τα παιδιά μας, Θ Δ Ευθυμίου]  

 

Οι τρεις τελευταιες επιθυμιες του Μεγαλου Αλεξανδρου


Ευρισκόμενος στα πρόθυρα του θανάτου, ο Μέγας Αλέξανδρος κάλεσε τους στρατηγούς του και τους κοινοποίησε τις τρεις τελευταίες επιθυμίες του.

1] Να μεταφερθεί το φέρετρό του στους ώμους από τους καλύτερους γιατρούς της εποχής.

2] Τους θησαυρούς που είχε αποκτήσει [ασήμι, χρυσάφι, πολύτιμους λίθους] να τους σκορπίσουν σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον τάφο του.

3] Τα χέρια του να μείνουν να λικνίζονται στον αέρα, έξω από το φέρετρο, σε θέα όλων.
Ένας από τους στρατηγούς, έκπληκτος από τις ασυνήθιστες επιθυμίες, ρώτησε τον Αλέξανδρο ποιοι ήταν οι λόγοι.

Ο Αλέξανδρος του εξήγησε:

1] Θέλω οι πιο διαπρεπείς γιατροί να σηκώσουν το φέρετρό μου, για να μπορούν να δείξουν με αυτό τον τρόπο ότι ούτε εκείνοι δεν έχουν, μπροστά στο θάνατο, τη δύναμη να θεραπεύουν!

2] Θέλω το έδαφος να καλυφθεί από τους θησαυρούς μου, για να μπορούν όλοι να βλέπουν ότι τα αγαθά που αποκτούμε εδώ, εδώ παραμένουν!

3] Θέλω τα χέρια μου να αιωρούνται στον αέρα, για να μπορούν οι άνθρωποι να βλέπουν ότι ερχόμαστε με τα χέρια άδεια και με τα χέρια άδεια φεύγουμε, όταν τελειώσει για εμάς ο πιο πολύτιμος θησαυρός που είναι ο χρόνος!

Ο Περίεργος Θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου


Ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά αινίγματα, χειρότερο κι απ’ την ίδια την σφήκα της Αιγύπτου, είναι το ποιός σκότωσε τον Μέγα Αλέξανδρο. Κάποιοι αβασάνιστα θέλουν να χρεώσουν τον θάνατο του Αλεξάνδρου στους συντρόφους του. Σ’αυτούς δηλαδή που με την παραμικρή παράλειψη καθήκοντος την ώρα της μάχης, στις οποίες σημειωτέον ο Αλέξανδρος διεκδικούσε πάντα πρωταγωνιστικό ρόλο, θα μπορούσαν αναρίθμητες φορές να επιφέρουν τον θάνατο του ακατάβλητου στρατηλάτη απ’ την Μακεδονία.

Κάποτε μάλιστα, όταν ο στρατηγός του Παρμενίων, του έγραψε να προσέξει τον φίλο και προσωπικό του γιατρό Φίλιππο, ως πιθανό προδότη και δηλητηριαστή του, αυτός πρώτα διάβασε το γράμμα και με το ένα χέρι παρέδωσε στον γιατρό του Φίλιππο την...επιστολή που τον κατηγορούσε για προδοσία και με το άλλο πήρε απ’ τα χέρια του το φάρμακο και το ήπιε μπροστά σ’ όλους, χωρίς φυσικά να βλαφτεί.

 Οι άνθρωποι που ακολουθούσαν τον Αλέξανδρο, είχαν απόλυτη συναίσθηση, της ανεπανάληπτης ιστορικής εποποιίας που ζούσαν κοντά του και γνώριζαν ότι τα ονόματά τους θα γραφούν για πάντα στο φωτεινότερο στερέωμα της ιστορίας. Στην απεγνωσμένη όμως αναζήτηση μιας πιθανής σκευωρίας κατά της ζωής του Αλεξάνδρου, πολλοί ιστορικοί κατέληξαν σε κάποιες πιθανές εκδοχές.

Ο Πλούταρχος αναφέρεται σε διάφορα πιθανά σενάρια ενοχής, με βασικότερα, αυτό της διχόνοιας που υποκίνησε η μητέρα του Αλέξανδρου Ολυμπιάδα με τον διοικητή της Ευρώπης στρατηγό Αντίπατρο, και τον γιο του Κάσσανδρο. Στις συνωμοσίες δηλητηριασμού εμπλέκουν, τους δύο οινοχόους του Αλεξάνδρου τον Μήδιο και Ιόλλα (γιο του Αντίπατρου), αλλά και τον δάσκαλό του, τον άριστο άνθρωπο και πανεπιστήμονα Αριστοτέλη. Ασφαλώς και κάποια σενάρια δολοφονίας του Αλεξάνδρου απ’ την πλευρά των Ελλήνων, δεν στερούνται ενδείξεων, αλλά ο τρόπος της θανάτωσης του Αλεξάνδρου, είναι που μας παραπέμπει έντονα σε χαλδαιο-περσικό τρόπο δολοπλοκίας, κάτι που αδικαιολόγητα παραβλέπουν οι ιστορικοί. Φυσικά δεν φιλοδοξούμε εδώ, να λύσουμε τον γρίφο, ποιός σκότωσε τον Μέγα Αλέξανδρο. Αλλά είναι νομίζω μέσα στα πλαίσια της μελέτης μας, να υπογραμμίσουμε την εξαιρετική πιθανότητα ανάμειξης του χαλδαιικού ιερατείου, στην δολοφονία του Αλεξάνδρου και την ενδεχόμενη παρουσία του μαγγανευτή δόλου, στα σημαντικότερα σταυροδρόμια της ιστορίας.

Ο Αλέξανδρος μετά την εκπληκτική νίκη του κατά του Δαρείου πρώτα στον Γρανικό μετά στην Ισσό και κατόπιν στα Γαυγάμηλα, έφτασε στην Βαβυλώνα το 331 π.Χ. όπου και του παρέδωσαν την πόλη αμαχητί. Επτά χρόνια μετά το τέλος της εκστρατείας στα βάθη της Ασία και την Ινδία, το 324 επέστρεψε στην Βαβυλώνα κατακτητής «ολόκληρης» της Ασίας, με δεδηλωμένη την πρόθεσή του, να κάνει την Βαβυλώνα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του. Να λοιπόν η άλλη πλευρά των γεγονότων, που ποτέ δεν φωτίζεται αρκετά: «Με τον τερματισμό του πολέμου (με τους ορεσίβιους Κοσσαίους) ο Αλέξανδρος βάδιζε πλέον με βραδύ ρυθμό προς την Βαβυλώνα.

Ενώ απείχε τριακόσια στάδια απ’ την Βαβυλώνα, οι λεγόμενοι Χαλδαίοι, αστρολόγοι με μεγάλη φήμη, που συνήθιζαν να προλέγουν τα μέλλοντα, με αρχηγό τους κάποιον Βελεφάντη, μήνυσαν στον Αλέξανδρο, ότι προείδαν τον επικείμενο θάνατό του στην Βαβυλώνα. Πρόσταξαν δε να ειδοποιήσουν τον βασιλιά για τον κίνδυνο που τον απειλούσε και τον συμβούλεψαν με κανένα τρόπο να μην εισέλθει στην πόλη. Είπαν δε πως μπορεί να διαφύγει τον κίνδυνο (του θανάτου) αν αναστηλώσει τον τάφο του Βήλου, τον γκρεμισμένο από τους Πέρσες, παραιτηθεί απ’ την είσοδό του στην Βαβυλώνα και δεχθεί να προσπεράσει δίπλα απ’ την πόλη. Όταν ο Αλέξανδρος έμαθε για την προφητεία των Χαλδαίων κατεπλάγη και αναλογιζόμενος την οξύνοια και την φήμη αυτών των ανθρώπων ταράχθηκε. Τότε έστειλε μεν στην πόλη πολλούς απ’ τους φίλους του, αλλ’ αυτός αλλάζοντας δρόμο παρέκαμψε την Βαβυλώνα και στρατοπέδευσε σε απόσταση διακοσίων σταδίων απ’ αυτήν.

Το γεγονός αυτό προκάλεσε γενική κατάπληξη κι αμέσως τον επισκέφθηκαν πολλοί άλλοι Έλληνες και μεταξύ των φιλοσόφων και ο Ανάξαρχος. Αυτοί όταν έμαθαν την αιτία του πράγματος, εξάντλησαν όλη τους την πειστική δύναμη με επιχειρήματα απ’ την φιλοσοφία και τον μετέπεισαν σε τέτοιο βαθμό που καταφρόνησε κάθε μαντική τέχνη και περισσότερο αυτή των περίφημων Χαλδαίων. Έτσι ο βασιλιάς σαν να ήταν ψυχικά λαβωμένος και θεραπεύθηκε από τους λόγους των φιλοσόφων, εισήλθε τελικά μετά δυνάμεως στην Βαβυλώνα» Διοδ. Σικελιώτης 17. 112.

Στο θέατρο της ιστορίας, οι ιερείς της Βαβυλώνας μασκαρεμένοι σε αυτόκλητους σωτήρες, έφερναν στον Αλέξανδρο δώρο μια ευκαιρία διαφυγής, από αφανισμό που… οι ίδιοι είχαν επινοήσει! Σωτηρία υπήρχε… αλλά μόνο εάν και εφόσον ο μεγαλειώδης Έλληνας, δεχόταν να παραιτηθεί απ’ την πορεία του! Η πιο πονηρή «αλεπού» της ιστορίας, το χαλδαιικό ιερατείο, ξάφνιασε το πιο ρωμαλέο λιοντάρι της παγκόσμιας ιστορίας, τον Μέγα Αλέξανδρο! Ο στρατηλάτης με το ένστικτο του αήττητου ηγέτη, διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και κοντοστάθηκε αναστατωμένος. Οι «παντογνώστες» όμως «σοφοί» συνοδοί του, με αρχηγό τους κάποιον ανόητο Ανάξαρχο, έσπευσαν να τον καθησυχάσουν και το πέτυχαν! Η ασφάλεια του Αλέξανδρου, ήταν στα χέρια ανθρώπων που είχαν παντελή άγνοια της χαλδαιικής πανουργίας. Κατά φαντασία φιλόσοφοι, κατ’ ουσία αφελείς καθησυχαστές, δεν κατάφεραν ούτε υποθετικά να αναγνωρίσουν στα λόγια των Χαλδαίων, κάποια έμμεση απειλή κατά της ζωής του Αλεξάνδρου!

Οι ανάξιοι αυτοί φύλακες της ζωής του μεγάλου βασιλιά, δεν γνώριζαν τίποτε για τους άθλους των Χαλδαίων, αγνοούσαν εντελώς το αόρατο οπλοστάσιο και τα απίθανα υλικά της δηλητηριο-μαγγανείας. Δεν γνώριζαν τα αναρίθμητα προσωπεία του χαμογελαστού δόλου, του αυτόκλητου σωτήρα, την θεατρική δουλοπρέπεια, την υποκριτική φιλία και τις αλάνθαστες συνταγές σεξουαλικής σαγήνης χάριν διείσδυσης στο περιβάλλον του προεπιλεγμένου στόχου-θύματος.

Στην πραγματικότητα δεν είχαν ιδέα για τα ύπουλα, αποτελεσματικά όπλα της Ανατολής. Ήταν λοιπόν φυσικό, να μην μπορούν ούτε το μέγεθος ούτε τον τύπο της αντιπαλότητας να υποθέσουν. Ανίκανοι να συλλάβουν έστω και αμυδρά την έμμεση απειλή των Χαλδαίων κατά της ζωής του Αλεξάνδρου, πνιγμένοι μέσα στην ίδια τους την φιλοσοφική φλυαρία, δεν είδαν την ιστορική ευκαιρία να ανταποδώσουν τις απειλές των μάγων.


Χρησιμοποιώντας την ίδια θεολογική γλώσσα, θα μπορούσαν να απειλήσουν τους Μάγους λέγοντας για παράδειγμα ότι κάποια ήθη, έθιμα ή προφητείες των Μακεδόνων απαιτούσαν τον θάνατο όλων εκείνων, που ανακοινώνουν τέτοιες απειλητικές προβλέψεις κατά της ζωής του μεγάλου βασιλέως. Στην περίπτωση μάλιστα, που μετά τις προφητείες εναντίον του, απειλήσει πράγματι οτιδήποτε την ζωή του Αλεξάνδρου, με βάση αυτά τους τα έθιμα, οι πρώτοι που θα θανατωθούν, θα είναι εκείνοι που έφεραν την απειλητική προφητεία στον βασιλιά.

Μια τέτοια έντεχνη αντιστροφή της απειλής, διατυπωμένη μάλιστα στην δική τους γλώσσα των θεολογικών υπαινιγμών, θα έβαζε τα αναμένα κάρβουνα ξανά πίσω στα δικά τους χέρια και θα τους ανάγκαζε να ξανασκεφτούν πολύ καλά πριν αποπειραθούν να κάνουν πράξη με οποιονδήποτε τρόπο τις απειλητικές τους «προφητείες». Μια τέτοια ξεκάθαρη προειδοποίηση μάλλον θα ανάγκαζε τους μάγους να σκεφτούν όλους τους δυνατούς τρόπους για να προστατέψουν την ζωή του Αλέξανδρου γιατί η επιβίωσή τους θα είχε άρρηκτα δεθεί με την δική του.

Η Ελληνική σοφία, δεν ήταν σε θέση να υποθέσει ότι για τους μάγους, η πρόγνωση θανάτου ήταν ξεκάθαρη δήλωση δολοφονικής πρόθεσης. Η συλλογιστική ήταν και παραμένει απλή: κανένας μάγος δεν θα ήθελε να αστοχήσουν οι προβλέψεις του, κατά συνέπεια όλοι οι προφήτες θα έκαναν το παν για να επαληθευθούν, άρα ο μηχανισμός επαλήθευσης των προφητειών είναι οι ίδιοι οι προφήτες. Όμως, αγνοώντας εντελώς τον αντίπαλο η ελληνική σοφία δεν κατάφερε να αντιτάξει την παραμικρή αντιπανουργία. Αντιθέτως, διέλυσαν τους φόβους του Αλέξανδρου, τον αφόπλισαν εντελώς από κάθε επιφύλαξη και τον οδήγησαν απροστάτευτο στην Βαβυλώνα, ανάμεσα στους ονομαστούς, αλλά γερασμένους, ανίσχυρους και ακίνδυνους όπως νόμισαν μάγους.

Απόδειξη της παντελούς αδιαφορίας απέναντι στις προειδοποιήσεις των μάγων αλλά και της σοβαρής έλλειψης αυστηρής περιφρούρησης του Αλεξάνδρου ήταν το εξής ενδεικτικό γεγονός: «ένας απ’ τους ντόπιους (σκλάβους) που ήταν δεμένος λύθηκε και χωρίς να γίνει αντιληπτός απ’ τους φρουρούς πέρασε την αυλή και τις θύρες του παλατιού και μπήκε μέσα χωρίς να τον εμποδίσει κανείς. Πλησίασε τον βασιλικό θρόνο, φόρεσε την βασιλική στολή και το διάδημα, κάθισε στον θρόνο (του Αλεξάνδρου) και έμεινε εκεί ησυχάζων.

Όταν το έμαθε ο Αλέξανδρος εξεπλάγη δια το παράδοξον… θυσίασε στους αποτρόπαιους θεούς, αλλά ήταν όλος αγωνία και έφερε στο νου του την προφητεία των Χαλδαίων και τους φιλοσόφους που τον έπεισαν να μπει στην Βαβυλώνα κατέκρινε την δε τέχνη των Χαλδαίων και την αγχίνοια εθάυμαζε και βλαστημούσε όσους με ευφυολογήματα περί πεπρωμένου μίλησαν» Διοδ. Σικελιώτης 17.116.1-4.
 
Οι βλαστήμιες όμως, εκτόνωσαν μάλλον τις ανησυχίες παρά βοήθησαν τον Αλέξανδρο. Φαίνεται πως η γενικότερη οργάνωση ασφάλειας και περιφρούρησης του Αλέξανδρου είχε αποδιοργανωθεί. Την εικόνα της εγκατάλειψης και της ανεπαρκούς περιφρούρησής του από τους σωματοφύλακές του, συμπληρώνει μια τριήμερη περιπέτεια του Αλεξάνδρου στους δαιδαλώδης βάλτους της Βαβυλώνας. «το πλοιάριο του Αλεξάνδρου ξέκοψε από τα άλλα και για τρεις μέρες και τρεις νύχτες χάθηκε και περιπλανήθηκε στα κανάλια, τόσο που φοβήθηκε ότι δεν θα σωθεί. Όλα αυτά τα ανέφερε στους μάντεις ως άσχημα προμηνύματα». Διόδ. Σικελιώτης 17.116.5-6

Ο ίδιος ο Αλέξανδρος λοιπόν δεν φαίνεται πως ήταν άμοιρος αυτών των εξελίξεων, αφού με εξαιρετικά ταχείς ρυθμούς και με πολυάριθμους μεικτούς γάμους και προνόμια, προσπαθούσε να γεφυρώσει το χάσμα των δύο κόσμων. Κατά την επιστροφή του στην Βαβυλώνα ο Αλέξανδρος, σταμάτησε στα Σούσα και τέλεσε τους γάμους του με την Στατείρα την κόρη του Δαρείου. Πάντρεψε 90 αξιωματικούς του και 10.000 στρατιώτες του με Περσίδες. Ο φίλος του Ηφαιστίων πήρε κι αυτός μια κόρη του Δαρείου. Πέντε ημέρες και πέντε νύχτες κράτησαν τα μεγαλοπρεπή γλέντια των μεικτών αυτών γάμων.

Στα Σούσα ο Αλέξανδρος: «τρισμυρίους (30.000) νέους επέλεξε, ελληνικά γράμματα τους δίδαξε και στην μακεδονική πολεμική τέχνη τους εκπαίδευσε, πολλούς δε και επιστάτες (αξιωματικούς!) κατέστησε»
Χαρακτηριστική είναι επίσης η λεπτομέρεια που δείχνει τον Αλέξανδρο να κρατάει ακόμα και τους δούλους του Δαρείου στην υπηρεσία του: «και ο ευνούχος είπε κλαίγοντας. Τώρα είμαι δικός σου δούλος, ενώ προηγουμένως ήμουν του Δαρείου» Διοδ. Σικελιώτης 17.66.4. Ο Μακεδόνας ηγέτης λοιπόν, απλούστατα δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί τον κόσμο της ανατολίτικης μαγείας. Απ’ το συζυγικό του κρεβάτι, μέχρι τον άμεσο υπηρετικό και στρατιωτικό του περίγυρο, ήταν πια ζωσμένος από εξελληνισμένους Πέρσες, των οποίων τις καταβολές, τις προθέσεις και τους μυστικούς όρκους εκδίκησης, κανείς και ποτέ δεν θα μπορούσε να ανακαλύψει.

Κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει, πώς ο Αλέξανδρος που τυπικά ήταν ο φοβερότερος εχθρός των Περσών, ο κατακτητής και ο καταστροφέας της Περσικής αυτοκρατορίας, αυτός που έστω δικαιωματικά, άρπαξε 50.000 τάλαντα χρυσού απ’ τα Σούσα και 120.000 τάλαντα άλλους θησαυρούς απ’ την Περσέπολη … πώς ήταν δυνατόν να πίστεψε πως μπορούσε να κάνει τους κατασυντριμμένους απ’ το χέρι του Πέρσες, ακίνδυνους φίλους και υπηρέτες του;

Είναι γνωστό ότι σε μια στιγμή εκδίκησης για τις ασταμάτητες αναίτιες επιδρομές των Περσών κατά των Ελλήνων, ο Αλέξανδρος με την σιωπηρή συγκατάθεσή του, επέτρεψε: «στην Αθηναία ετέρα Θαΐδα και πλήθος άλλων γυναικών, να πυρπολήσουν την Περσέπολη, την χιλιόστυλη περσική πρωτεύουσα, την οποία ο Αλέξανδρος χαρακτήριζε ως την πιο επικίνδυνη πόλη της Ασίας, αλλά και την πλουσιότερη πόλη στον κόσμο». (Διοδ. Σικελιώτης 17.72)

Θα ήταν λοιπόν ποτέ δυνατόν, κάποιοι, έστω ένας μικρός αριθμός απ’ τους ηττημένους Πέρσες, να μην φιλοξενούν άσβεστο κρυφό μίσος και μυστικούς όρκους εκδίκησης, κατά του ανθρώπου που έγινε αφορμή να χάσουν τους προσφιλείς τους, τα σπίτια τους, τις αμύθητες περιουσίες τους, τα προνόμια και την χλιδή της ζωή τους; Κι όμως οι προσπάθειες αυτές της υπερβολικής, σχεδόν βίαιης και κυριολεκτικής ένωσης Περσών και Μακεδόνων, συνεχίσθηκαν αμείωτες απ’ την μεριά του Αλεξάνδρου, προκαλώντας δικαιολογημένη αγανάκτηση μεταξύ των βετεράνων Μακεδόνων του στρατεύματος. Ο Αλέξανδρος «διευθέτησε» αμέσως το πρόβλημα αποστρατεύοντας 11.500 βετεράνους, που τους έστειλε πίσω στην Ελλάδα με πολλά προνόμια! Η διένεξη εκτονώθηκε με ένα γιγάντιο συμπόσιο συμβιβασμού 9.000 ατόμων!


Όλα δείχνουν ότι οι αρχικές επιφυλάξεις, είχαν δώσει την θέση τους στο άπιαστο όνειρο της συνένωσης και της συναδέλφωσης των δύο λαών. Κανείς πια δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον Αλέξανδρο απ’ το να ανοίγει διάπλατα τις πύλες των ευκαιριών, σ’ αυτούς που μόλις χθες είχαν κάθε λόγο να τον θέλουν νεκρό. Στα Εκβάτανα, λίγο πριν από την είσοδό του στην Βαβυλώνα, ο Ηφαιστίωνας εμφάνισε επίμονο πυρετό. Ξεφεύγοντας από την επιτήρηση του γιατρού του, ήπιε ένα μεγάλο κύπελλο (νερωμένο) κρασί και λίγο αργότερα πεθαίνει. Ο Αλέξανδρος τον μετέφερε και θρήνησε τον χαμό του σαν ήρωας τραγωδίας. Χαρακτηριστική είναι η απαίτησή του, να σβήσουν οι Χαλδαίοι το άσβεστο ιερό τους πυρ, προς τιμή του θανόντος.
 
Την άνοιξη του 323 εφτά χρόνια μετά την πρώτη του είσοδο στην Βαβυλώνα, ο Αλέξανδρος επέστρεψε σ’ αυτήν φορτωμένος χαλδαιο-περσικά στρατεύματα υπηρετικό προσωπικό και νύφες, αποφασισμένος να κάνει την πάλαι ποτέ ένδοξη πόλη του Ναβουχοδονόσορα πρωτεύουσά του. Με γιορτές και παραστάσεις υποδέχεται 3.000 καλλιτέχνες και πρέσβεις απ’ την Ελλάδα και άλλα μέρη της αυτοκρατορίας του. Η Βαβυλώνα βρισκόταν πράγματι στο θεωρητικό κέντρο της αχανούς αυτοκρατορίας του. Οι προθέσεις του αυτές αρχίζουν πλέον σταθερά και υλοποιούνται.


Στην θέση του ονομαστού πύργου της Βαβυλώνας, υπήρχε πια μόνο ένα βουνό από πηλό και πλίθες που έπρεπε να παραμεριστούν, για να μπορέσει να θέσει τα νέα θεμέλια του. Ο Αλέξανδρος αρχίζει την ανοικοδόμηση της Βαβυλώνας, διατάζοντας την απομάκρυνση των χωμάτων. Σύμφωνα με τον Στράβωνα: «με τον παραμερισμό των ερειπίων ασχολήθηκαν 10.000 άνθρωποι για δύο μήνες». Στραβ.16.1.5.26. Ήταν πια φανερό, ότι ο Αλέξανδρος θα ανάσταινε εκ βάθρων την Βαβυλώνα!

Η ανοικοδόμηση όμως του πύργου, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε λόγω του πρόωρου θανάτου του Αλεξάνδρου, μετά από επίμονο πυρετό δώδεκα ημερών. Οι συνθήκες του θανάτου περιγράφονται ὡς εξής: «στις δε εφημερίδες αυτά είναι γραμμένα περὶ της νόσου... στον λουτρώνα μισοκοιμόταν (καθηύδε) με πυρετό, αφού δε λούστηκε, στου Μήδιου πήγε διακινδυνεύοντας (την εξέλιξη της υγείας του) και διημέρευε. Αργά ξαναλούστηκε... με ισχυρό πυρετό δίψασε σφόδρα και ήπιε οίνο... έφαγε, και την νύχτα ὁ πυρετός του χειροτέρεψε» (Πλούταρχος, «Αλέξανδρος»,75.6-76.3). Σημειώνεται εδώ ότι ὁ Αλέξανδρος είχε ήδη πυρετό, πριν βρεθεί στο σπίτι των οινοχόων του, Μήδιου και Ἰόλλα.

Ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης γράφει πως αμέσως μετά την τριήμερη ταλαιπωρία του στους βάλτους της Βαβυλώνας και ενώ ακόμα ευχαριστούσε με θυσίες τους θεοὺς για την διάσωσή του, «προσεκλήθη από τον οινοχόο του Μήδιο. Προς τιμήν του θανάτου του Ηρακλή ήπιε πολύ κρασὶ (ένδειξη μεγάλης δίψας, όπως και στην περίπτωση του Ηφαιστίωνα;). Ξαφνικά αναστέναξε με δυνατή κραυγή από έναν πόνο που τον διαπέρασε και υποβασταζόμενος από φίλους μεταφέρθηκε στο δωμάτιό του. Όλοι έσπευσαν να προσφέρουν βοήθεια, το πάθος όμως χειροτέρευε. Οι γιατροί δεν κατάφεραν να τού προσφέρουν βοήθεια.

Οι πόνοι χειροτέρεψαν, και χάνοντας κάθε ελπίδα να σωθεί, έβγαλε το δακτυλίδι του και ερωτηθείς σε ποιόν να το παραδώσουν απάντησε: “Τῷ κρατίστῳ”. Έτσι πέθανε ὁ Αλέξανδρος, αφού βασίλεψε δώδεκα χρόνια και εφτὰ μήνες και επιτέλεσε τα μεγαλύτερα κατορθώματα απ’ όλους τους βασιλείς, όχι μόνον απ’ αυτοὺς που έζησαν πριν απ’ αυτόν άλλα και απ’ τους μεταγενέστερους μέχρι των ημερών μας. Επειδή κάποιοι ιστορικοί διαφωνούν περί (της αιτίας) του θανάτου του Αλεξάνδρου και υποστηρίζουν ότι δια φαρμάκου θανασίμου αυτός επήλθε, κρίνομε αναγκαίο να μην παραλείψουμε την άποψη τους αυτήν» (Διόδ. Σικελιώτης, 17.117).

Οι Χαλδαίοι ιερείς αποδεδείχθηκαν πέρα για πέρα αληθινοί. Κατάφεραν να προβλέψουν και προφανώς να επιβάλουν τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Οι Έλληνες άργησαν πολύ να σκεφτούν το ενδεχόμενο δηλητηριασμού του βασιλιά τους: «Τα περισσότερα απ’ αυτά κατά λέξιν στις εφημερίδες (του Αλεξάνδρου) ήταν γραμμένα. Φαρμακείας (δηλητηριασμού) υποψία ουδείς είχε πάραυτα» (Πλούταρχος, «Αλέξανδρος», 77.1-2).

Ὁ Αρριανὸς γράφει ότι μόνον ὁ Αλέξανδρος είχε κάποιες υποψίες στην σωστή κατεύθυνση, στις οποίες όμως κανείς, ούτε καν αργότερα, δεν έδωσε οποιαδήποτε συνέχεια «κάτι ύποπτο υπήρχε σ’ αυτό απ’ τους Χαλδαίους, οι οποίοι όχι από μαντεία άλλα μάλλον για δική τους ωφέλεια εμπόδιζαν την είσοδο του Αλεξάνδρου (στην Βαβυλώνα)...ὁ Αλέξανδρος είχε κατά νου την ανοικοδόμηση (των ναών και γενικότερα της Βαβυλώνας), όταν όμως αυτός αποχώρησε (για την εκστρατεία των Ινδιών), αυτοὶ (οι ιερεῖς) μαλθακῶς (με αδιαφορία) ἀνθήψαντο (απέφυγαν) του έργου... και επειδή οι Χαλδαῖοι τα του θεού ενέμοντο, ύποπτοι ήσαν στον Αλέξανδρο, ότι δεν ήθελαν να εισέλθῃ στην Βαβυλώνα, για να μη στερηθούν ούτε προς ολίγον (λόγῳ των επισκευών) των χρημάτων την ωφέλεια» (Φλάβιος Αρριανός, «Αλεξάνδρου Αναβάσεως», 7.17.1-4).

Ὁ Διόδωρος Σικελιώτης (90-20 π.χ.) έγραψε περίπου 300 χρόνια μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Ὁ Πλούταρχος(46-127 μΧ.) εκατό χρόνια μετά απ’ αυτόν και τέλος ὁ Φλάβιος Αρριανὸς (95-175 μΧ.) έγραψε 450 περίπου χρόνια μετά τα γεγονότα. Και οι τρεις συμβουλεύθηκαν προγενέστερα ιστορικά κείμενα, ακόμα και τις «εφημερίδες» του Αλεξάνδρου, κι όμως, για την ολοφάνερη εκδοχή ανάμιξης των Χαλδαίων στον θάνατο του Αλεξάνδρου δεν αναφέρουν ούτε λέξη. Γιατί άραγε; Τί εμπόδιζε αυτοὺς τοὺς ανθρώπους να δουν, ότι στοὺς Χαλδαίους αναλογεί οπωσδήποτε ίση μερίδα πιθανής ανάμιξης στον θάνατο του Αλεξάνδρου, ώστε να μας αφήσουν την πολύτιμη γνώμη τους, την οποία δεν θα μπορούσαν να παρακάμψουν οι ιστορικοὶ του μέλλοντος; Έτσι μέχρι σήμερα οι συγγραφικοί υποψιασμοί (εκτός σπανίων εξαιρέσεων), χωρίς να μπορούν να στηριχθούν σε κάποιον ιστορικό υπαινιγμό κατά των Χαλδαίων, φτάνουν μόνο μέχρι τοὺς ιδιοτελείς λόγους της ψευδοπροφητείας των Χαλδαίων, άλλα δεν προχωρούν ποτέ σε καταγγελία ενδεχόμενης ανάμιξής τους στον θάνατο του Αλεξάνδρου.


Να ένα τυπικό παράδειγμα: "Οι ιερεῖς τις Βαβυλώνας προσπάθησαν να εμποδίσουν τον Αλέξανδρο να μπει στην πόλη, προβάλλοντας κάθε σκοτεινή προφητεία, (επειδή) ἡ ανοικοδόμηση του ναού Ἐσαγίλα και του πύργου Ἐτεμενάκι δεν είχε γίνει και τα χρήματα που είχαν προβλεφθεί (απ’ τον Αλέξανδρο) για τον σκοπό αυτόν (πριν φυγή για την εκστρατεία της Ινδίας), δεν τα διέθεσαν οι ιερεῖς για τοὺς θεοὺς αλλά για την δική τους τσέπη.

Οι ιερεῖς δεν κατόρθωσαν να πείσουν τον Αλέξανδρο, κι αυτός μπήκε στην πόλη. Και τότε συνέβη αυτό που είχαν φοβηθεί οι ιερεῖς, ὁ κυρίαρχος Αλέξανδρος διέταξε την έναρξη των έργων και την παράδοση του δέκατου της περιουσίας του ναού στο βασιλικό ταμείο.Γεμάτος ενέργεια ὁ Αλέξανδρος αρχίζει τις προετοιμασίες για νέες μεγάλες επιχειρήσεις.

Έτσι σχεδιάζει τον περίπλου της Αραβίας και για τον σκοπό αυτόν δημιουργεί λιμάνι κοντά στην Βαβυλώνα και ναυπηγεί έναν τεράστιο στόλο από χίλια πλοία. Οι εργασίες προχωρούν γρήγορα, και την άνοιξη του 323 π.χ. διοργανώνονται ασκήσεις με τριήρεις. Ὁ Αλέξανδρος ήταν πολύ αισιόδοξος, όμως οι χρησμοί και τα ωροσκόπια των αστρολόγων προμηνύουν συμφορά" (Petra Eisele, «Βαβυλώνα», σελ. 344). Αν και ὁ Αλέξανδρος υποψιάστηκε οικονομικά κίνητρα πίσω απ’ την απόπειρα απομάκρυνσής του απ’ την Βαβυλώνα, εν τούτοις είναι βέβαιο ότι υπήρχε ακόμα ένας λόγος που δεν μπορούσε να τον υποθέσει, κι αυτός ήταν ὁ σημαντικότερος: ἡ Βαβυλώνα ήταν καταραμένη: «και ἡ Βαβυλώνα, ἡ δόξα και το καύχημα των Χαλδαίων, σαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα που κατέστρεψε ὁ θεός θα γίνει. Δεν θα την κατοικήσουν ποτέ πια, ούτε και θα κατασκηνώσει κανείς εκεί στοὺς αιώνες... μόνο θεριά της ερήμου, σειρήνες,δαιμόνια και ονοκένταυροι (;!) θα κατοικούν εκεί, και εχίνοι (σκαντζόχοιροι θα) νεοσσοποιήσουσιν στις οικίες αυτών» (Ἠσαΐας, 13.19-22). «Κι εσύ Βαβυλώνα, γρήγορα θα καταστραφείς και μακάριος όποιος σου ανταποδώσει όσα έκανες. Μακάριος όποιος πιάσει και συντρίψει τα βρέφη 16 σου στον βράχο.» (Β.Β. Ψαλμός 137 ἢ 136). 


Απ’ την εποχή του Ἠσαΐα λοιπόν ἡ Βαβυλώνα ήταν καταραμένη να παραμείνει στην αφάνεια.
Ἡ κατάρα αυτή του αιώνιου αφανισμού της ήταν ἡ ιστορική απάντηση του “θεού” (ιερατείου) της Βίβλου σ’ αυτοὺς που ισοπέδωσαν τον ναό της λατρείας του και την ιερή πόλη της Ιερουσαλήμ. Με την ανάδειξή της σε υπέρλαμπρη παγκόσμια πρωτεύουσα από τον Αλέξανδρο, κάθε έννοια εκδίκησης και ανταπόδοσης θα γινόταν ιστορικός περίγελος. Ὁ Αλέξανδρος λοιπόν, αυτός ὁ αμετάπειστος Μακεδόνας αυτοκράτορας, που ήθελε την Βαβυλώνα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του, έπρεπε να πεθάνει τώρα, πριν προλάβει να ανοικοδομήσει την καταραμένη Βαβυλώνα, την μοναδική πόλη της ιστορίας που χρεώθηκε την έως εδάφους συντριβή της Σιών, της ιερής πόλης του Γιαχβέ.

Ποιά μπορεί όμως να ήταν μία πιθανή αιτία θανάτου του Αλεξάνδρου; Και γιατί γίνεται λόγος για δηλητηριασμό του, αφού “κανένα” απ’ τα συνηθισμένα δηλητήρια δεν παρουσιάζει συμπτώματα πυρετού; Για να γίνει κατανοητή στην πραγματική της έκταση ἡ φθοροποιός μαγγανεία, πρέπει στα υλικά της όπλα να συμπεριλάβουμε και τα μολυσματικά υλικά. Με τα γνωστά σε μάς συμπτώματα ὁ τυφοειδής πυρετός (typhoid fever) είναι μία εξαιρετικά πιθανή αιτία θανάτου για τον Αλέξανδρο. Ἡ μικροβιακή μολυσματική πρώτη ύλη είναι εύκολο να βρεθεί κατά τοὺς καλοκαιρινούς κυρίως μήνες, αφού: «ὁ βάκιλος (του Eberth) πολλαπλασιάζεται σε μολυσμένα νερά από τα κόπρανα και τις εκκρίσεις ανθρώπου που έχει νοσήσει. Συχνά όμως ακόμα και στα κόπρανα ανθρώπων που δεν έχουν νοσήσει υπάρχει ὁ βάκιλος του τυφοειδούς πυρετού και αναπτύσσεται σε υγρούς και σκιερούς αποχετευτικούς τόπους».

Για όσους είχαν ενδεχομένως τον νου τους σε μολυσματική υπονόμευση της υγείας του Αλεξάνδρου και φυσικά πρόσβαση στα τρόφιμα του Αλεξάνδρου το πράγμα δεν παρουσίαζε καμία ιδιαίτερη δυσκολία: «η επιμόλυνση γίνεται κυρίως δια της πεπτικής οδού και οι κυριότεροι τρόποι μετάδοσης είναι ὁ ραντισμός φρούτων και λαχανικών με μολυσμένο νερό και φυσικά το ίδιο το νερό».

Επιπλέον κάποιες ενδιαφέρουσες σκέψεις και συμπτώσεις:
  • "μετά την επιμόλυνση ὁ τυφοειδής πυρετός έχει κύκλο επώασης (άνευ συμπτωμάτων) 15-20 ημερών". Αυτό αποκλείει το ενδεχόμενο, ἡ επαφή του Αλεξάνδρου με τον βάκιλο του τυφοειδούς πυρετού να έγινε στην τριήμερη περιπλάνησή του στοὺς βάλτους της Βαβυλώνας, αφού δεν μεσολαβεί καθόλου χρόνος επώασης. Απαλλάσσει επίσης και τον ίδιο τον Μήδιο (τον οινοχόο) από την υποψία του δηλητηριασμού την ίδια εκείνη μέρα της επίσκεψης του Αλεξάνδρου σπίτι του, αφού κανένα μολυσματικό υλικό δεν παρουσιάζει αμέσως πυρετό, και ὁ Αλέξανδρος πριν την επίσκεψή του σ’ αυτόν είχε ήδη ελαφρό πυρετό στον λουτρώνα του. Μάλιστα απλοποιώντας έτσι τα πράγματα, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ακόμα και το νερό του λουτρώνα, το οποίο συχνά εισχωρεί στο στόμα των λουομένων, θα μπορούσε να είναι ἡ εστία της μόλυνσης του Αλεξάνδρου, αν κάποιος με προχωρημένη επίγνωση μαγγανείας φρόντιζε να μολύνει το νερό αυτό με μικρές ποσότητες κατάλληλου υλικού.
  • "Ὁ τυφοειδής πυρετός μετά την εκδήλωσή του έχει κύκλο κορύφωσης 10-15 ημερών". Πράγματι ὁ Μακεδόνας αυτοκράτορας πέθανε εμπύρετος μέσα στα χρονικά περιθώρια της κορύφωσης του κύκλου της μολυσματικής νόσου.
 Ὁ Αλέξανδρος πέθανε το καλοκαίρι στις 10 Ιουνίου 323 π.χ. Και αυτό ακόμα το στοιχειό ταιριάζει απολύτως με την εκδοχή του τυφοειδούς πυρετού: «ἡ έξαρση της νόσου παρατηρείται τοὺς ζεστούς μήνες του καλοκαιριού». Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε υποφέροντας καρτερικά τα φρικτά συμπτώματα του εμπύρετου αφανισμού.

Οι στρατιώτες του πέρασαν όλοι από μπροστά του, για να αποχαιρετήσουν στερνή φορά τον κατάκοιτο ηγέτη τους, που ακόμα και στην προθανάτια εξουθένωσή του εύρισκε το κουράγιο να τοὺς αποχαιρετήσει μ’ ένα ανεπαίσθητο κούνημα των οφθαλμών και της κεφαλής. Έφυγε σε ηλικία 33 ετών, καρφωμένος απ’ την θανατηφόρα σφήνα του δόλου, σαν άλλος Προμηθέας, αφήνοντας πίσω του τεράστιες πολιτισμικές επιρροές σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. Κανείς δεν έκανε σκοπό της ζωής του την ανακάλυψη των ενόχων. Κανείς δεν έκανε το παραμικρό για να διαλευκανθούν τα αίτια του πρόωρου και περίεργου θανάτου του. Γιατί; Γιατί μάλλον αυτή είναι ἡ μοίρα των μεγάλων της ιστορίας. Το άλυτο αίνιγμα του ανεκδίκητου θανάτου σαν στοιχειωμένη σφίγγα τον κρατάει είκοσι τρεις αιώνες τώρα αλυσοδεμένο με άσπαστα δεσμά στον Καύκασο της παγερής ιστορικής μας αδιαφορίας.

Πηγή:ΔΑΥΛΟΣ

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΡΑΓΑΤΣΑΝΙΟΥ (6-7 Ἰουνίου 1821)-Η ΔΟΞΑ ΣΤΕΦΑΝΩΝΕΙ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΛΟΧΟ


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Γράφοντας ουσιαστικά την πρώτη σελίδα της Επανάστασης του 1821,ο φαναριώτικης καταγωγής πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης,πρώην υποστράτηγος του τσαρικού στρατού, βετεράνος των ναπολεόντιων πολέμων και Γενικός Επίτροπος της Αρχής της Φιλικής Εταιρείας, εκδίδει προκήρυξη ανεξαρτησίας, περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τελικά τη σημαία της Επανάστασης, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, δύο μέρες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας επαναστατική προκήρυξη με τον τίτλο “Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος“.

Η επιλογή της Μολδαβίας και της Βλαχίας( αντιστοιχούν περίπου στη σημερινή Ρουμανία) θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο γεγονός ότι στις περιοχές αυτές της οθωμανικής αυτοκρατορίας που συνόρευαν με τη ρωσική επικράτεια απαγορευόταν η παραμονή του Τουρκικού στρατού (σύμφωνα με σχετικές συνθήκες), ενώ από το 1709 οι τοπικοί άρχοντες ήσαν Έλληνες Φαναριώτες.
Ο Υψηλάντης συγκέντρωσε ένα ετερόκλητο στράτευμα από ¨Ελληνες και Βαλκάνιους αρματολούς,μισθοφορικά σώματα και εθελοντές.Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατελάμβανε ο Ιερός Λόχος.


Ο ΙΕΡΟΣ ΛΟΧΟΣ

Ο Ιερός Λόχος συγκροτήθηκε από εθελοντές νέους , κυρίως φοιτητές από τα πανεπιστήμια
Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήταν πεζοί εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες. Έφεραν στολές από μαύρο ύφασμα με τρίχρωμο εθνόσημο. Στο κάλυμμα της κεφαλής κάτω από το λοφίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστό σχήμα οστών σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο.
Η σημαία του Ιερού Λόχου ήταν τρίχρωμη, το κόκκινο συμβόλιζε τον πατριωτισμό, το λευκό την αδελφοσύνη και το μαύρο τη θυσία.

Στη μία πλευρά της σημαίας αναγραφόταν το ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ και υπήρχε η εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Στην άλλη πλευρά υπήρχε η εικόνα του Φοίνικα αναγεννόμενου από τις φλόγες και αναγραφόταν ΕΚ ΤΗΣ ΣΤΑΚΤΗΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ.
 

Επικεφαλής του Ιερού Λόχου τέθηκε ο αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη Νικόλαος Υψηλάντης και υπασπιστής ο Ηπειρώτης Αθανάσιος Τσακάλωφ, συνιδρυτής της Φιλικής Εταιρείας. Χιλίαρχος ο Κοζανίτης Γεώργιος Λασσάνης. Εκατόνταρχοι του Ιερού Λόχου ήταν ο Σπυρίδων Δρακούλης από την Ιθάκη, ο Κωνσταντινουπολίτης Δημήτριος Σούτσος, αδελφός του ποιητή Αλέξανδρου Σούτσου, ο Κεφαλλονίτης Λουκάς Βαλσαμάκης , ο Πελοποννήσιος Ανδρόνικος, ο Ρίζος από τα Ιωάννινα και ο Χιώτης Ιωάννης Κρόκιας.

«Δεν έχω πλέον υποδήματα. Τα πόδια μου κατεσχίσθησαν. Κοιμούμαι μέσα σε θανατηφόρα τέλματα. Ζω με καρπούς, σπανίως ευρίσκω ένα ξερό κομμάτι ψωμί. Αλλ’ αι στερήσεις αυταί μου είναι γλυκείαι. Ο βίος αυτός μ’ αρέσει. Από παιδί δεν ονειρευόμουν τίποτε άλλο από την ημέρα της ανεξαρτησίας μας. Ευρίσκομαι δια πρώτην φοράν επικεφαλής ελευθέρων ανθρώπων, οι οποίοι δε με φορτώνουν με μάταιους τίτλους, οι οποίοι μου δίνουν το γλυκύ του αδελφού όνομα. Χαίρετε. Θα ιδωθώμεν; Πού; Ο Θεός το ξεύρει».
(από γράμμα του Δημητρίου Σούτσου, πρώτου εκατόνταρχου του Ιερου Λόχου)

 
Το σήμα στα πηλίκια των Ιερολοχιτών

Η ΜΑΧΗ

Στους πρώτους 120 Ιερολοχίτες προστέθηκαν και άλλοι αργότερα φτάνοντας τους 400 ή 500, ενώ η οργάνωση του σώματος αυτού ολοκληρώθηκε στο Τιργοβίστι. Η πρώτη μεγάλη μάχη (πλην διαφόρων μικροσυμπλοκών) που επιλέγει να δώσει ο Υψηλάντης, είναι στην κωμόπολη του Δραγατσανίου, όπου είναι εγκατεστημένη ισχυρή φρουρά με ιππικό των τούρκων. Μετά από μία τριήμερη δύσκολη πορεία κάτω από πολύ κακές καιρικές συνθήκες, ο Ιερός Λόχος θα φτάσει απέναντι από το Δραγατσάνι, όπου θα στρατοπεδεύσει.
 


Την επόμενη ημέρα, 7 Ιουνίου 1821, θα ξεκινήσουν οι αψιμαχίες, προτού καταφτάσει όλο το στράτευμα, με την αποτυχημένη επίθεση του Ελληνικού ιππικού του Βασιλείου Καραβία, ο οποίος θα αγνοήσει τις εντολές του Υψηλάντη για αποφυγή εμπλοκής σε μάχη,προτου συγκεντρωθεί το σύνολο του Ελληνικού στρατού. Ο Ιερός Λόχος, με επικεφαλής το Νικόλαο Υψηλάντη, έσπευσε προς βοήθεια με 375 αξιωματικούς και οπλίτες, αλλά η φυγή του τμήματος του Καραβία ανάγκασε τους Ιερολοχίτες να πολεμήσουν μόνοι τους χωρίς την υποστήριξη ιππικού. Πριν προφτάσει ο Ιερός Λόχος να σχηματίσει τετράγωνα, επιτέθηκε το τουρκικό ιππικό με αρχηγό τον Καρά Φέιζ και χώρισε το Λόχο στα δύο. 

Η μάχη ήταν σκληρή και αιματηρή. Οι Ιερολοχίτες πολέμησαν ηρωικά και έγραψαν μια
ένδοξη σελίδα στη νεοελληνική ιστορία. Οι απώλειες ήταν σημαντικές, οι εκατόνταρχοι, ο σημαιοφόρος του Λόχου, 25 αξιωματικοί και 180 στρατιώτες έπεσαν νεκροί, ενώ 37 Ιερολοχίτες αιχμαλωτίστηκαν και στάλθηκαν στο Βουκουρέστι κι από εκεί στην Κωνσταντινούπολη, όπου αποκεφαλίστηκαν.
 

Σχεδιάγραμμα της μάχης
Στη κρίσιμη στιγμή της μάχης έφτασε ο Γεωργάκης Ολύμπιος ο οποίος διέσωσε τους υπόλοιπους, 136 συνολικά, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός Νικόλαος Υψηλάντης και ο υπασπιστής του Ιερού Λόχου Αθανάσιος Τσακάλωφ, και τη σημαία του Λόχου από το σημείο που είχε πέσει ο σημαιοφόρος. Ο Νικόλαος Υψηλάντης σώθηκε τυχαία από έναν φιλέλληνα Γάλλο αξιωματικό, που τον ανέβασε στο άλογό του.
 


Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατέφυγε στο Ρίμνικο, όπου συνέταξε την τελευταία διαταγή του στις 8 Ιουνίου 1821, με την οποία στιγμάτισε την προδοσία του πολιτικού και στρατιωτικού του επιτελείου και εξήρε την αυτοθυσία του Ιερού Λόχου:

«Σεις δε σκιαί των γνησίων Ελλήνων και του Ιερού Λόχου, όσοι προδοθέντες επέσατε θύματα δια την ευδαιμονίαν της πατρίδος, δεχτήτε δι’ εμού τας ευχαριστήσεις των ομογενών σας! Ολίγος καιρός και στήλη θα αναγερθή να διαιωνίση τα ονόματά σας. Με χαρακτήρες φλογερούς είνε εγκεχαραγμένα εις τα φίλτρα της καρδίας μου, τα ονόματα εκείνων όσοι μέχρι τέλους μ’ έδειξαν πίστιν και ειλικρίνειαν. Η ενθύμησίς των θα είναι πάντοτε το μόνον δροσιστικόν ποτό της ψυχής μου»
Στο κοιμητήριο του Δραγατσανίου στη Ρουμανία υπάρχει το Μνημείο των Πεσόντων Ιερολοχιτών

Ο στρατός του Υψηλάντη καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 και υποχώρησε προς τα αυστριακά σύνορα. Οι λόγοι της αποτυχίας του θα πρέπει να αναζητηθούν κυρίως στην έλλειψη αξιόμαχων δυνάμεων, στην άρνηση του ηγέτη των Βλάχων Θεόδωρου Βλαδιμιρέσκου να τον συνδράμει οικονομικά και στρατιωτικά και στον αφορισμό του Υψηλάντη από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, κατόπιν πιέσεων της Υψηλής Πύλης, για σφαγές των Χριστιανών σε αντίποινα.